Project Description

Εικόνες

ΑΓΙΟΙ ΠΕΤΡΟΣ ΚΑΙ ΠΑΥΛΟΣ
Τέλη 17ου –αρχές 18ου   αι.
23,6 x 18,8 εκ.
ΞΥΛΟ. ΑΥΓΟΤΕΜΠΕΡΑ

Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη
Συλλογή Βελιμέζη, δωρεά οικογενειών Μαργαρίτη και Μακρή
ΑΡΙΘ. ΔΩΡ. 32

Η εικόνα διατηρείται σε σχετικά καλή κατάσταση, με σημειακές επιζωγραφίσεις και φθορές. Στην πίσω όψη σώζονται τα ίχνη από δύο κάθετα τρέσα τα οποία σήμερα έχουν αφαιρεθεί.

Επάνω στο χρυσό βάθος εικονίζονται ορθόκορμοι να πατούν σε πρασινωπό έδαφος και να στρέφουν κατά τα τρία τέταρτα, ο άγιος Πέτρος αριστερά και ο άγιος Παύλος δεξιά. Οι δύο απόστολοι αποδίδονται ως ώριμοι άνδρες με τα καθιερωμένα φυσιογνωμικά τους χαρακτηριστικά, ο Πέτρος με κοντή λευκή γενειάδα και κόμη, και ο Παύλος με ρυτιδιασμένο το μέτωπο, τονισμένους τους κροτάφους και μακριά καστανή γενειάδα. Και οι δύο στρέφουν προς το κέντρο της σύνθεσης με χαλαρή και άνετη στάση ελαφράς αντικίνησης. Ο Πέτρος φορεί γκριζογάλανο χιτώνα και φαιοκάστανο ιμάτιο, κρατεί στο δεξιό χέρι κλειδιά και στερεώνει μεγάλο ξύλινο σταυρό. Ο Παύλος φορεί γκριζογάλανο χιτώνα με φαρδιές χειρίδες και χρυσό σημείο στον δεξιό ώμο, σε ανάμνηση του κοσμικού του αξιώματος, λευκό ιμάτιο ενώ κρατεί μακρύ ξίφος με χρυσή λαβή. Επιπλέον και οι δύο κρατούν με το αριστερό χέρι ομοίωμα φανταστικού μαρμαρινου ανοικτού εξάπλευρου ναού που καταλήγει σε πλατύ θόλο και δεύτερο υπερυψωμένο κόκκινο φανό, στο ψηλό τύμπανο του οποίου ανοίγονται επτά μονόλοβα παράθυρα. Στο εσωτερικό του ναού εικονίζεται ορθογώνια τράπεζα σκεπασμένη με λευκό κάλυμμα με πλατιά χρυσή διακοσμητική ταινία και λευκούς θυσάνους στην παρυφή, επάνω στην οποία είναι τοποθετημένα δεξιά χρυσό Άγιο Ποτήριο με λαβίδα  και αριστερά επίσης χρυσό δισκάριο με αστερίσκο. Στο ανώτερο τμήμα της παράστασης στο κέντρο από ημικυκλικό τμήμα έναστρου ουρανού προβάλλει στηθαίος ο Χριστός με ολόχρυσα φορέματα να ευλογεί τους δύο κορυφαίους αποστόλους με απλωμένα τα δύο χέρια. Οι δύο μορφές φέρουν στην κεφαλή χρυσούς φωτοστεφάνους που ορίζει γραμμή με εμπίεστους κύκλους. Στο κέντρο και μεταξύ του χρυσού κάμπου και του πράσινου απλώνεται σκουρόχρωμη ταινία με μεταγενέστερη επιγραφή ΧΕΙΡ ΕΜΜΑΝΟΥΛΗ ΙΕΡΕΩ ΤΟΥ ΤΖΑΝΕ. Την παράσταση ορίζει στενό γραπτό κόκκινο πλαίσιο.

Στην εικόνα της Συλλογής ιστορείται το γνωστό θέμα των δύο αποστόλων[1] που φαίνεται να διαμορφώνεται στην Κρήτη κατά τον 15ο αιώνα οπότε στο εξής εμφανίζεται σταθερά σε μεγάλη σειρά φορητών εικόνων έως και τον 19ο αιώνα, χωρίς ιδιαίτερες εικονογραφικές αποκλίσεις. Σύμφωνα με την Χ. Μπαλτογιάννη δημιουργός της σύνθεσης πρέπει να είναι ο σπουδαίος κρητικός ζωγράφος Άγγελος Ακοτάντος[2], πιθανόν με αφορμή τη Σύνοδο της Φλωρεντίας στα 1438/39[3], ο οποίος ήταν γνωστός για τις φιλενωτικές του απόψεις. Στην υπόθεση αυτή συνάδει και η προτεινόμενη από την Ν. Χατζηδάκη ταύτιση του εικονιζόμενου στην παράσταση κτηρίου που διαθέτει  αντιπροσωπευτικά στοιχεία φλωρεντινής αρχιτεκτονικής, με το οκτάπλευρο τμήμα του ιερού του ναού της Santa Maria del Fiore στη Φλωρεντία, όπου και πραγματοποιήθηκε η Σύνοδος[4]. Το θέμα φαίνεται ότι βρήκε άμεση απήχηση στην επόμενη γενιά των Κρητικών καλλιτεχνών, όπως στην ωραία εικόνα με την Δέηση και σκηνές στο Σεράγεβο που υπογράφει ο Νικόλαος Ρίτζος (β΄ μισό 15ου αι.)[5]. Με την τέχνη του Νικολάου Ρίτζου έχει εξάλλου συνδεθεί και η υψηλής τέχνης εικόνα με τους αγίους Πέτρο και Παύλο να κρατούν ναό, σήμερα στην Galleria dell’ Academia  της Φλωρεντίας[6]. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην εικόνα της Φλωρεντίας ο Παύλος κρατεί κλειστό κώδικα και ξίφος, εικονογραφικό στοιχείο που έλκει την καταγωγή του από τη δυτική τέχνη, το οποίο σύμφωνα με την Ν. Χατζηδάκη, αφενός συνδέεται με την επιγραφή που συνοδεύει την παράσταση, και αφετέρου παραπέμπει στον διάκοσμο της αίθουσας όπου έγινε η Σύνοδος, όπως τον περιγράφει ο Συλβέστρος Συρόπουλος[7]. Ανάλογα ο Πέτρος κρατεί κλειστό ειλητάριο και κλειδιά. Επιπλέον αποδίδεται με μεγάλη λεπτομέρεια το εικονοστάσιο στο εσωτερικό του ναού.

Με μικρές αποκλίσεις και πιο συνοπτικά το θέμα αποδίδεται στη συνέχεια. Πράγματι στις επόμενες γνωστές απεικονίσεις παραλείπονται  το τέμπλο στο εσωτερικό του ναού και το ξίφος του Παύλου, ενώ σταθερά οι δύο μορφές κρατούν ειλητό και κλειδιά ο Πέτρος, και κλειστό ευαγγέλιο ο Παύλος. Με αυτόν τον τρόπο απαντά η σύνθεση σε μία εικόνα στο Μουσείο του Λούβρου (μέσα 16ου αι.)[8], σε εικόνα στη Μονή Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στην Πάτμο (γύρω στο 1600)[9], στην εικόνα της Κέρκυρας σήμερα στην Ιόνιο Βουλή (τ. 16ου –αρχές 17ου αι.)[10], σε δύο εικόνες στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο (16ος αι.)[11], σε δύο ακόμη στο ίδιο μουσείο που χρονολογούνται τον 17ο αιώνα[12], στο τρίπτυχο του Σιλβέστρου Θεοχάρη σε ιδιωτική συλλογή (α΄μισό 17ου αι.)[13], σε εικόνα στην Temple Gallery (περ. 1650)[14], σε εικόνα άλλοτε στη Συλλογή Οικονομοπούλου, σήμερα στο Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού  (αρχές 18ου αι.)[15], σε αυτήν από τη μονή Βύλιζας στο Ματσούκι Ιωαννίνων, σήμερα στο Εκκλησιαστικό Μουσείο του οικισμού, έργο του ιερέα Ιωάννη  από τη Σαγιάδα (1736)[16], και σε μία ακόμη εικόνα στη Συλλογή Χαροκόπου, από την οποία παραλείπονται τα κλειδιά (18ος αι.)[17]. Τέλος, το ίδιο σχήμα επαναλαμβάνεται και σε εικόνα σήμερα στο Εκκλησιαστικό Μουσείο Ιωαννίνων, στην οποία ωστόσο οι δύο μορφές τοποθετούνται αντίθετα, δηλαδή ο Πέτρος δεξιά και ο Παύλος αριστερά (α΄ μισό 18ου αι.)[18].

Από αυτό το σταθερό εικονογραφικό σχήμα αποκλίνει η εικόνα στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο (17ος αι.) με την τοποθέτηση του συμπλέγματος σε  φυσικό τοπίο με χαμηλούς μαλακούς λόφους και την προσθήκη μίας πόλης –πιθανόν ιταλικής, ίσως της Φλωρεντίας- σε μικρότερη κλίμακα στο κέντρο ανάμεσα στους δύο αποστόλους[19], στοιχείο που συνηγορεί στην άποψη της Χατζηδάκη.  Το ίδιο θέμα αλλά σε συνδυασμό με την σύναξη των Αποστόλων εντοπίζουμε σε εικόνα στον Πατριαρχικό ναό του Αγίου Κωνσταντίνου Ιεροσολύμων, έργο του ιερομονάχου Δανιήλ (17ος αι.)[20], καθώς και σε δεσποτική εικόνα της αθωνικής μονής Καρακάλλου που υπογράφει ο Διονύσιος ο εκ Φουρνά (1722)[21]. Αργότερα ο  ίδιος ζωγράφος αποδίδει το θέμα με τα καθιερωμένα εικονολογικά συστατικά, ωστόσο το κτήριο δεν είναι εξάπλευρης κάτοψης, αλλά αποδίδεται ως τρουλαίος ναός βυζαντινού τύπου, με τρεις τρούλους (1737)[22]. Σύμφωνα με τον Γ. Κακαβά το έργο, σε συνδυασμό με την συντηρητική ιδεολογικά προσωπικότητα του Διονυσίου αλλά και το πνευματικό περιβάλλον της αγιορειτικής μοναστικής κοινότητας, δεν εμπνέεται πλέον από την ιδέα της ένωσης των δύο εκκλησιών, όπως αυτά του 15ου και 16ου αιώνα, αλλά αποκτά νέο ιδεολογικό περιεχόμενο καθώς υπαινίσσεται πλέον την ευαγγελική αποστολή των δύο αγίων να διακηρύξουν τον Λόγο του Χριστού[23]. Τον ίδιο τρόπο απόδοσης του κτηρίου παρατηρούμε έναν αιώνα αργότερα και σε εικόνα που υπογράφει ο Πέτρος Γεωργιάδης, στο ναό των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου στην Πρεκόλνιτσα της Βουλγαρίας (1849)[24].

Στην εικόνα της Συλλογής επαναλαμβάνεται ο δόκιμος τύπος που διαμορφώθηκε και αποκρυσταλλώθηκε στα κρητικά εργαστήρια των μεγάλων ζωγράφων του 15ου αιώνα, αλλά με κάποιες αποκλίσεις. Πράγματι το εξάπλευρο κτήριο δεν αποδίδεται κλειστό στο πίσω μέρος αλλά ανοικτό, ενώ ο θόλος στηρίζεται με τέσσερις κίονες που ενώνονται με τρία τόξα και διατάσσονται στις τέσσερις εμπρόσθιες πλευρές του κτηρίου, με αποτέλεσμα οι άλλες τρεις νοητές πλευρές καθώς και το πίσω μέρος του οικοδομήματος να μοιάζει μετέωρο. Ο Παύλος κρατεί μόνο το σπαθί, όχι όμως τον κώδικα όπως συνηθίζεται, εικονογραφική λεπτομέρεια που μόνο στην εικόνα της Φλωρεντίας έχουμε έως τώρα εντοπίσει[25]. Τέλος πρωτοτυπία στη σύνθεση αποτελεί ο σταυρός που κρατεί ο Πέτρος, λεπτομέρεια της οποίας δεν γνωρίζουμε άλλο παράλληλο. Η απεικόνιση του Πέτρου να κρατεί μεγάλο σταυρό, ο οποίος πιθανόν παραπέμπει στο μαρτυρικό του θάνατο στη Ρώμη, υπαγόρευσε άλλη μία ιδιαιτερότητα στην εικόνα της Συλλογής, καθώς οι δύο απόστολοι δεν κρατούν και οι δύο το ομοίωμα του κτηρίου με το δεξιό τους χέρι αλλά ο Πέτρος με το αριστερό και ο Παύλος με το δεξιό[26]. Σύμφωνα με τις παρατηρήσεις αυτές και σε ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης της παράστασης, δεν θα ήταν άστοχο να υποθέσουμε η εικόνα της Συλλογής δεν συμπορεύεται απόλυτα με τις φιλενωτικές ιδέες των έργων του 15ου και 16ου αιώνα, αλλά διαφοροποιείται ιδελογικά και εννοιολογικά, όπως και οι δύο μεταγενέστερες χρονολογικά εικόνες, του Διονυσίου του εκ Φουρνά και της Βουλγαρίας, αντίστοιχα. Εφόσον η παρατήρηση αυτή είναι ορθή, θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι η εικόνα μας αποτελεί ένα υπαινικτικό αντικαθολικό σχόλιο, καθώς στην προσωπικότητα του Πέτρου η παπική  εκκλησία της Ρώμης στηρίζει επί αιώνες τα πρωτεία της έναντι των άλλων εκκλησιών, μολονότι αποτέλεσε τον τόπο του μαρτυρικού θανάτου του σπουδαίου Αποστόλου.

Η εικόνα της Συλλογής που εξετάζουμε, με τα καλογραμμένα χαρακτηριστικά στα πρόσωπα των δύο μορφών, την προσπάθεια οργανικής απόδοσης των σωματικών όγκων που διαγράφονται κάτω από τη σχετικά μαλακή πτυχολογία των φορεμάτων, το καθαρό σχέδιο, το στήσιμο των μορφών στο χώρο και την απαλή χρωματική κλίμακα, μας οδηγούν σε καλλιτέχνη που γνωρίζει και συνεχίζει την παράδοση της κρητικής ζωγραφικής, ωστόσο έχει την ικανότητα να συνδυάζει επιμέρους στοιχεία και να τα ανασυνθέτει με το δικό του τρόπο. Οι εικονογραφικές πρωτοτυπίες που επισημάναμε, εάν δεν είναι δικής του έμπνευσης, έχουν υποδειχθεί πιθανόν από τον παραγγελιοδότη της εικόνας, ο οποίος πιθανότατα θα ανήκε σε περιβάλλον με υψηλή θεολογική παιδεία, ευρεία μόρφωση και αντιλατινική ιδεολογική κατεύθυνση.

Αδημοσίευτη

Ανδρομάχη Κατσελάκη

Δρ Αρχαιολόγος-ΜΑ Ιστορικός Τέχνης

[1] Για παραδείγματα στη βυζαντινή ζωγραφική βλ. Βοκοτόπουλος 2005, 223.

[2] Για τον ζωγράφο Άγγελο βλ. Χατζηδάκης 1987,  147-154.

[3] Μπαλτογιάννη 1985, 95, αριθ. 162. Βλέπε επίσης Γκιολές 2004, 277-278. Βοκοτόπουλος 2005, 223.

[4] Χατζηδάκη 1993, 80. Για το κτίριο βλέπε επίσης Davidoc-Temerinski 2000, 39-56. Για την πιθανή σύνδεση του θέματος με το εργαστήριο του Άγγελου Ακοτάντου στο οποίο αποδίδεται επίσης η δημιουργία και του θέματος του Ασπασμού των Πέτρου και Παύλου, βλ. επίσης Vassilaki 1990a, 405-422. Τσιγαρίδας 2000, 279-302.

[5] Χατζηδάκης 1977, 159, πίν. 202. Βοκοτόπουλος 2005, 222-224, εικ. 12.

[6] Χατζηδάκη 1993, 76-81, αριθ. 16. Για την εικονογραφική λεπτομέρεια του σπαθιού που κρατεί ο Παύλος και την προέλευση της από τη δυτική τέχνη βλ. Σιώμκος 2013, 253-256, όπου και σχετικά παραδείγματα, όπως για παράδειγμα το τμήμα από αλτάρι του Paolo Veneziano στο Εθνικό Μουσείο της Σερβίας στο Βελιγραδίο (περ. 1330)(προσωπική παρατήρηση). Ο απόστολος Παύλος κρατεί σπαθί και σε πίνακα του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου στο Μουσείο El Greco του Τολέδο (1610-1624) (El Greco 2003, αριθ. 53).

[7] Χατζηδάκη 1993, 80.

[8] Visages de licône 1995, 54, αριθ. 19.

[9] Χατζηδάκης 1977, 159, αριθ. 128.

[10] Βοκοτόπουλος 1990, 95-96, αριθ. 63. Kakavas 2008, εικ. 145.

[11] Kakavas 2008, εικ. 143-144.

[12] Kakavas 2008, εικ. 146, 148. Η εικόνα Τ2136 πιο λαϊκότροπη χρονολογείται με ακρίβεια  στα 1667 (Kakavas 2008, εικ. 148).

[13] Χατζηδάκη 1983, 48, αριθ. 40. Affreschi e Icone 1986, 125-127, αριθ. 77 (L. Bouras).

[14] Τemple Gallery 2006, 32-33, αριθ. 33.

[15] Μπαλτογιάννη 1985, 95, αριθ. 162. Εικόνες 2022, 13, 88.

[16] Παπαδοπούλου-Τσιάρα 2008, 270-271. Για άλλα παραδείγματα βλ. επίσης Kakavas 2008, 203-204.

[17] Κεφαλονιά 1989, εικ. 51.

[18] Αδημοσίευτη. Προσωπική παρατήρηση. Για άλλα παραδείγματα κυρίως βορειοελλαδικών εργαστηρίων βλ. Βοκοτόπουλος 2005, 223 και υποσ. 156.

[19] Kakavas 2008, εικ. 147.

[20] Στην εικόνα του Δανιήλ το θέμα εντάσσεται στην ευρύτερη παράσταση της Σύναξης των

Αποστόλων (Καρυώτογλου 1997, 109). Για τον ζωγράφο βλ. Χατζηδάκης 1987, 256, αριθ. 4.

[21] Kakavas 2008, 199-205, εικ. 16.

[22] Kakavas 2008, 204, εικ. 138. Για το κτήριο βλ. Σέμογλου 2009, 67-77.

[23] Kakavas 2008, 205.

[24] Έλληνες αγιογράφοι στη Βουλγαρία 2008, 142, εικ. 282.

[25] Ο Βοκοτόπουλος σημειώνει με επιφύλαξη μία ακόμη εικόνα, αλλά μεταγενέστερη χρονολογικά, στον επισκοπικό θρόνο του καθολικού της Μονής Δουσίκου (1801) (Βοκοτόπουλος 2005, 223).

[26] Με ανάλογο τρόπο κρατούν το ομοίωμα ναού οι δύο απόστολοι σε ομόθεμη όψιμη εικόνα στο ναό της Κοίμησης της Παναγίας στην Ερμούπολη της Σύρου, στην οποία το κεντρικό θέμα συνδυάζεται με σκηνές του μαρτυρίου τους (Αδημοσίευτη. Προσωπική παρατήρηση).

Άγιοι Πέτρος και Παύλος.

Αυγοτέμπερα σε ξύλο. Τέλη 17ου –αρχές 18ου   αι.

 23,6 x 18,8 εκ.

(αριθ. δωρεάς 32)