Project Description

Λειτουργικά Αντικείμενα

ΠΟΛΥΚΑΝΔΗΛΟ

Ύψος (χωρίς αλυσίδες) 35 εκ.
Κράμα μετάλλου (;), σφυρήλατο, φουσκωτό, χυτό, εγχάρακτο
19ος αιώνας

Το τετράφωτο πολυκάνδηλο αποτελείται από μία μεγάλη κεντρική κανδήλα στο σώμα της οποίας στερεώνονται περιμετρικά τρεις μικρότερες. Την κεντρική κανδήλα διαμορφώνουν επάλληλα σφαιρικά σώματα που εναλλάσσονται με κυρτά μέρη και καταλήγουν σε τριπλό κομβίο. Τις κοίλες και κυρτές επιφάνειες της κανδήλας περιτρέχουν ζώνες με πλούσιο ανάγλυφο και εγχάρακτο φυτικό και γεωμετρικό διάκοσμο. Η επιφάνεια του ενδιάμεσου προεξέχοντος σφαιρικού σώματος της κεντρικής κανδήλας φέρει προσεγμένη διακόσμηση ανάγλυφων οβάλ μεταλλίων με άνθη και ανάμεσα επικολλημένες, ανά διαστήματα, ημικυκλικές υποδοχές στις οποίες στερεώνονται τρεις ανεξάρτητοι βραχίονες που έχουν τη μορφή φτερωτών δρακόντων με αναδιπλούμενες ουρές. Στις κεφαλές των τριών δρακόντων στηρίζονται ισάριθμες μικρότερες κανδήλες με σφαιρικό σώμα, κυρτό λαιμό και διάκοσμο με ανάγλυφα και εγχάρακτα φυτικά και γεωμετρικά μοτίβα, ανάλογα με αυτά της κεντρικής κανδήλας. Επιπλέον, στο ενδιάμεσο σφαίρωμα της κεντρικής κανδήλας είναι επικολλημένα τρία χερουβείμ (putti) με κρίκο στην κεφαλή απ’ όπου αναρτώνται ισάριθμες διπλές αλυσίδες, μία με απλούς κρίκους και μία περισσότερο περίτεχνη, καμωμένη από χυτά ρομβοειδή στελέχη με ανάγλυφα rocailles και εικοσάφυλλο ρόδακα στο ενδιάμεσο. Οι τρεις διπλές αλυσίδες συγκλίνουν σε απλό κωδωνόσχημο στοιχείο με κρίκο ανάρτησης.

Τα πολυκάνδηλα αποτελούν σύνθετη μορφή φωτιστικών σε χρήση ήδη από την πρωτοβυζαντινή περίοδο τόσο σε εκκλησιαστικούς όσο και σε κοσμικούς χώρους. Στα μεταβυζαντινά και νεότερα χρόνια τα αργυρά πολυκάνδηλα γνωρίζουν μεγάλη διάδοση, καθώς το «φως ιλαρόν» των κανδήλων τους συντελεί στην κατανυκτική ατμόσφαιρα του εσωτερικού των ναών προσδίδοντας παράλληλα επαρκή φωτισμό.

Στο πολυκάνδηλο της συλλογής με τον μικτό σφυρήλατο και εγχάρακτο, φυτικό και γεωμετρικό διάκοσμο, εντυπωσιάζουν κυρίως οι δρακοντόσχημοι βραχίονες, στοιχείο που απαντά συχνά σε πολυκέρια και πολυκάνδηλα από τα μέσα του 18ου έως και τον 19ο αιώνα, με εξαίρετο δείγμα το αργυρό πολυκάνδηλο της μονής της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά, έργο των χρυσοχόων αυταδέλφων Σερμπάνου και Ευσταθίου Σουγδουρή από τα Ιωάννινα, το 17521. Το ίδιο στοιχείο εντοπίζεται σε δύο ακόμη πολυκάνδηλα στην Ήπειρο2, καθώς και σε πεντάκηρο κηροπήγιο στη συλλογή των κειμηλίων της Ιεράς Μητροπόλεως Λήμνου, όλα έργα του 19ου αιώνα3.

Τεχνικά και μορφολογικά χαρακτηριστικά του πολυκάνδηλου της συλλογής Βελιμέζη, σήμερα στη συλλογή του Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη, όπως τα επάλληλα σφαιρικά στοιχεία των κανδήλων του, η μορφή του χαμηλού ανάγλυφου και εγχάρακτου διακόσμου, οι εντυπωσιακοί δρακοντόσχημοι βραχίονες που στηρίζουν τις περιμετρικές κανδήλες και οι περίτεχνες αλυσίδες με τα χυτά ροκοκό μοτίβα, επιτρέπουν τη χρονολόγησή του στον 19ο αιώνα και την απόδοσή του πιθανόν σε ηπειρωτικό εργαστήριο.

Μ. Νάνου

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 Ι. Οικονομάκη-Παπαδοπούλου, Εκκλησιαστική μεταλλοτεχνία, Σινά. Οι θησαυροί της Μονής, Κ. Α. Μανάφης (επιμ.), Αθήνα 1990, 278, εικ. 43. Β. Ν. Παπαδοπούλου, Η αργυροχρυσοχοϊα στην Ήπειρο, Η αργυροτεχνία στην Ήπειρο, Γ. Οικονομάκη-Παπαδοπούλου, Β. Ν. Παπαδοπούλου (επιμ.), Αθήνα 2016, 23.
2 Στο ναό της Αγίας Παρασκευής στο Μέτσοβο και στο ναό της Θεοτόκου στο Θεσπρωτικό Πρέβεζας, Β. Ν. Παπαδοπούλου, ό.π., 31 σημ. 64.
3 Γ. Χ. Τσιγάρας, Λήμνος. Εκκλησιαστική κληρονομιά, Αθήνα 2010, 337.

Πολυκάνδηλο.

Κράμα μετάλλου (;), 19ος αι.

Ύψος 35 εκ.

(αριθ.δωρεάς 135)