Project Description
Εικόνες
Ο ΑΓΙΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ
90 x 37 x 1,8 εκ.
Εμμανουήλ Τζάνες, 1683
Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη
Συλλογή Βελιμέζη, δωρεά οικογενειών Μαργαρίτη και Μακρή
ΑΡΙΘ. ΔΩΡ. 34
Ο άγιος παριστάνεται όρθιος, μετωπικός, με αρχιερατική ενδυμασία, κρατώντας το κλειστό ευαγγέλιο με το αριστερό και ευλογώντας με το δεξί χέρι υψωμένο. Ψηλότερα, αριστερά και δεξιά αντίστοιχα, ο Χριστός προσφέρει το ευαγγέλιο και η Παναγία το ωμοφόριο. Επάνω στο χρυσό κάμπο, δίπλα στην κεφαλή, η επιγραφή Ο ΑΓΙΟC ΝΙΚΟΛΑΟC. Ο φωτοστέφανος έχει στικτή διακόσμηση από αφημένα ελικόφυλλα και άνθη, με σχετικά απλή, σχεδόν πρόχειρη, τεχνική, όπως συμβαίνει στα παλαιότερα έργα του Τζάνε1. Ο άγιος φορεί γκρίζο στιχάριο και κοκκινωπό φαιλόνιο, κεντημένο με χρυσούς σταυρούς, εγγεγραμμένους σε τετράγωνα, με εσωτερική επένδυση γαλαζοπράσινη. Το λευκό ωμοφόριο κοσμείται με τέσσερις χρυσοκέντητους μεγάλους σταυρούς. Χρυσοκέντητο είναι, επίσης, το πετραχήλι που προβάλλει από κάτω και έχει υποστεί μεγάλη φθορά σχεδόν σε ολόκληρη την επιφάνεια. Επάνω στο ρομβοειδές εγχείριον διακρίνεται αμυδρά χρυσογραφημένη μορφή του Χριστού σε μικρή κλίμακα.
Ο άγιος πατεί επάνω σε πυκνά λευκά σύννεφα. Από κάτω, σε στενή ζώνη, παριστανόταν κάποιο θαύμα ναυτικό, που δεν σώζεται ακέραιο, γιατί η εικόνα έχει κοπεί στο κάτω τμήμα της. Διακρίνεται μόνον το ανώτερο τμήμα της σκηνής με γαλαζοπράσινη θάλασσα και τμήμα από γαλέρα με φουσκωμένα άσπρα πανιά και κατάρτια, όπου ανεμίζουν μικρές κόκκινες σημαίες. Δίπλα στα πόδια του αγίου και πάνω στα σύννεφα υπάρχουν οι επιγραφές: Δεξιά, ΧΕΙΡ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΙΕΡΕΩC ΤΟΥ ΤΖΑΝΕ. Κάτω, ΔΕΗCIC ΤΟΥ ΔΟΥΛΟΥ ΤΟΥ Θ(ΕΟ)Υ ΝΙΚΟΛΑΟΥ CIΓΟΥΡΟΥ ,ΑΧΠΓ’ (1683). Αριστερά παριστάνεται το οικόσημο της οικογένειας Σιγούρου με τα αρχικά γράμματα ΝS2.
Ο εικονογραφικός τύπος του αγίου Νικολάου στην εικόνα μας καθιερώνεται σε τοιχογραφίες και εικόνες μεγάλου μεγέθους ήδη από το 12ο αιώνα3 και επανέρχεται στη ζωγραφική του 15ου αιώνα, όπως φαίνεται από την εικόνα του ζωγράφου Αγγέλου στην Κέρκυρα4, όπου ο άγιος παριστάνεται σε ακριβώς όμοια στάση, με ίδια ενδυμασία, που διαφέρει μόνον ως προς τη διακόσμηση του φαιλονίου του αγίου με σταυρούς. Την εικόνα αυτή, που πρέπει να μεταφέρθηκε από κρητικούς πρόσφυγες στην Κέρκυρα μετά την άλωση του Χάνδακα, είχε πιθανότατα ως πρότυπο ο Εμμανουήλ Τζάνες, ο οποίος συχνά αντιγράφει καθιερωμένα πρότυπα των μεγάλων ζωγράφων του 15ου αιώνα5. Αντίστοιχες μορφές ιεραρχών με έντονο συντηρητικό χαρακτήρα έχει ζωγραφίσει ο Τζάνες σε εικόνες στο Μουσείο Correr (άγιος Σπυρίδων, 1636) και στην Κέρκυρα (άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, 1654)6. Στις εικόνες αυτές, όπως και στην εικόνα μας, οι ιεράρχες φορούν πολυσταύριο φαιλόνιο, ενώ το πρόσωπό τους ζωγραφίζεται με τις γνωστές μικρές παράλληλες λευκές πινελιές με χέρι σταθερό. Το πρόσωπο του αγίου Νικολάου παρουσιάζει ακόμη μεγαλύτερη συγγένεια με την τεχνική απόδοση παλαιότερων εικόνων, της κρητικής περιόδου του ζωγράφου, όπως ο άγιος Αντώνιος στην Κέρκυρα (1645)7. Με περισσότερο νατουραλισμό, χωρίς τη γραμμική απόδοση, ζωγραφίζονται στην εικόνα μας τα σύννεφα, καθώς και η θάλασσα με το πλοίο στη ναυτική σκηνή που παριστάνεται χαμηλά8.
Η εικόνα είναι από τα τελευταία γνωστά χρονολογημένα έργα του Εμμανουήλ Τζάνε, που τη ζωγράφισε το 1683, σε ηλικία 73 ετών. Ο συντηρητισμός της τεχνοτροπίας του δεν πρέπει να εκπλήσσει, εφόσον έχει ήδη παρατηρηθεί από το Βοκοτόπουλο ότι ο ρεθύμνιος ζωγράφος επανέρχεται και άλλες φορές στην παλαιότερη τεχνοτροπία του· στην εικόνα του αγίου Αντωνίου (1645) ακολουθεί την τεχνοτροπία της εικόνας του αγίου Σπυρίδωνος (1636), ώστε να υπάρχει ομοιογένεια στο ζεύγος των εικόνων που φιλοτεχνήθηκε για τον ίδιο αφιερωτή9.
Οι δύο αυτές εικόνες μόνων αγίων έφεραν στα πλάγια σκηνές της ζωής τους, όπως άλλωστε και η εικόνα του αγίου Νικολάου του Αγγέλου. Μπορούμε να υποθέσομε ότι κατ’ αναλογίαν και η εικόνα μας θα είχε όμοιου τύπου βιογραφικές σκηνές στα πλάγια. Αυτή η υπόθεση ενισχύεται από την παρουσία του θαλασσινού θαύματος στο κάτω τμήμα της εικόνας και, ακόμη, από το γεγονός ότι η εικόνα ήταν από παλαιά κομμένη στα πλάγια και είχε κοσμηθεί με νεότερο ξυλόγλυπτο στριφτό πλαίσιο, που αφαιρέθηκε κατά την πρόσφατη συντήρηση. Οι διαστάσεις των δύο παραπάνω εικόνων, 100,5×73 εκ.10, δεν διαφέρουν άλλωστε πολύ από τις διαστάσεις της εικόνας μας, αν λάβομε υπόψη ότι το ξύλο της είναι κομμένο από όλες τις πλευρές. Σύμφωνα με όσα προηγήθηκαν ο άγιος Νικόλαος εντάσσεται σε μια ομάδα εικόνων του ζωγράφου, μεγάλου σχήματος, όπου παριστάνονται άγιοι μόνοι, όρθιοι και μετωπικοί, πλαισιωμένοι από σκηνές του βίου τους. Οι τεχνοτροπικές ομοιότητες μεταξύ των εικόνων αυτών, που χρονολογούνται σε διαφορετικές εποχές, δείχνουν ότι ο ζωγράφος μένει σταθερός στους τύπους που χρησιμοποιεί, ανάλογα με τις παραγγελίες.
Την εικόνα ζωγράφισε ο Εμμανουήλ Τζάνες για λογαριασμό του αφιερωτή Νικολάου Σιγούρου, όπως δηλώνεται στην αφιερωτική επιγραφή που συνοδεύεται και από το οικόσημο της οικογένειας. Η οικογένεια Σιγούρου είναι από τις μεγαλύτερες οικογένειες ευγενών της Ζακύνθου, όπως μαρτυρεί και το οικόσημό της11. Μέλη της διακρίθηκαν εξοπλίζοντας γαλέρες και συμμετέχοντας στο πλευρό των Βενετών σε πολεμικές επιχειρήσεις. Γόνος της οικογένειας Σιγούρου ήταν ο μετέπειτα άγιος Διονύσιος (Δραγανίγος Σιγούρος), ενώ άλλα μέλη της έγιναν διάσημα για τη συμμετοχή τους στη ναυμαχία της Ναυπάκτου12. Ανάμεσά τους, ο Λεωνίδας Ζώης σημειώνει το Νικόλαο, γιο του Έκτορα, που μνημονεύεται σε έγγραφο του 159913 · ήταν ιππότης του αγίου Μάρκου που εξόπλισε γαλέρες και διακρίθηκε «ἐν εἰρήνῃ καί πολέμοις»· σε άλλο έγγραφο αναφέρεται ο Νικόλαος σύνδικος, που φονεύθηκε το 1656 κατά τη ναυμαχία των Δαρδανελλίων14. Τέλος, αναφέρεται και ο Νικόλαος Σιγούρος ή Καλονάς, κήνσωρ και δικαστής το 168315, ο οποίος, όπως φαίνεται, είναι ο μόνος που μπορεί να ταυτιστεί με τον αφιερωτή της εικόνας του αγίου Νικολάου, εφόσον είναι ο μόνος που ζούσε κατά το έτος που αναφέρεται στην εικόνα μας, το 1683.
Η επαφή του ζωγράφου με την αριστοκρατία της Ζακύνθου τεκμηριώνεται και από μια παλαιότερη εικόνα του, την Παναγία Αμόλυντο, που φέρει την αφιερωτική επιγραφή της οικογένειας του Ανδρέα Καλονά, του έτους 164116, ενώ η πληροφορία που παραδίδει ο Νικόλαος Κατραμής σχετικά με τη διαμονή του Τζάνε στη Ζάκυνθο δεν έχει επιβεβαιωθεί17.
Τέλος η απήχηση της τέχνης του Εμμανουήλ Τζάνε στη Ζάκυνθο διαπιστώνεται στις τοιχογραφίες του Αγίου Γεωργίου «τση Καλόγρηες», του έτους 1669, όπου παριστάνεται ο άγιος Γοβδελαάς στο νέο εικονογραφικό τύπο που εισάγει ο Τζάνες και διαδίδεται με τη χαλκογραφία που συνοδεύει την έντυπη ακολουθία του, την οποία εξέδωσε στη Βενετία το 166118.
Η χρονολογία 1683 της εικόνας μας δείχνει ότι ο Εμμανουήλ Τζάνες ανέλαβε την παραγγελία για την εικόνα τα χρόνια που βρισκόταν ακόμη στη Βενετία, εφόσον γνωρίζομε ότι ήταν εφημέριος του ναού του Αγίου Γεωργίου έως το 168519. Γνωρίζομε επίσης ότι κατά το διάστημα αυτό ο δεσμός του ζωγράφου με το νησί της Κέρκυρας, όπου βρίσκονται και άλλες εικόνες της βενετικής περιόδου του, δεν σταματά20. Με την εικόνα του αγίου Νικολάου φάνηκε ότι ο ζωγράφος κατά το ίδιο διάστημα διατηρούσε δεσμούς με μία από τις μεγαλύτερες οικογένειες της Ζακύνθου.
Ν. Χατζηδάκη
ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ Η εικόνα είχε επιζωγραφήσεις σε αρκετά σημεία, όπου είχε καταστραφεί το χρώμα μαζί με τη γύψινη προετοιμασία. Σε νεότερη εποχή είχε προστεθεί ξυλόγλυπτο στριφτό πλαίσιο. Πιθανότατα τότε έκοψαν το κάτω μέρος της παράστασης της ναυτικής σκηνής.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Χατζηδάκης, 1948, σ. 472, αρ. 12.
ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ Ζάκυνθος.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Βλ. παρατηρήσεις για τους φωτοστεφάνους του Τζάνε, Βοκοτόπουλος, 1990, σ. 106.
2. Βλ. Rizo-Rangabé, 1927, εικ. στη σ. 242.
3. Βλ. πρόχειρα εικόνα στον Άγιο Νικόλαο της Στέγης της Κύπρου, Εικόνες της Κύπρου, 1975, σ. 52, αρ. 15.
4. Βοκοτόπουλος, 1990, σ. 16-17, αρ. 7, εικ. 86· βλ. και την παράσταση στο πλαίσιο της εικόνας του Ανδρέα Ρίτζου στο Τόκυο, Χατζηδάκης, 1977, πίν. 201.
5. Βλ. σχετικά αρ. Κατ. 29, σ. 270 κ.ε.
6. Δρανδάκης, 1962, σ. 17-24, πίν. 1. Βοκοτόπουλος, 1990, σ. 119-120, αρ. 81, εικ. 56· μεγάλη εικόνα του έτους 1605, με τον άγιο σε όμοιο τύπο, συναντούμε και στη Χαλκιδική, Βυζαντινή και Μεταβυζαντινή Τέχνη, 1986, σ. 148-150, αρ. 150.
7. Βοκοτόπουλος, 1990, αρ. 72, σ. 108-110, εικ. 50-51.
8. Για ναυτικά θαύματα βλ. Μητσάνη, 1994, σ. 152-168, πίν. 35-44.
9. Βοκοτόπουλος, 1990, σ. 109-110.
10. Βοκοτόπουλος, 1990, σ. 110, σημ. 7.
11. Rizo-Rangabé, 1927, σ. 242 κ.ε.
12. Ζώης, 1963, σ. 585-589.
13. Ζώης, 1963, σ. 586.
14. Ζώης, 1963, σ. 587.
15. Ζώης, 1963, σ. 587. Για μέλη της οικογένειας με το όνομα Νικόλαος, βλ. και Rizo-Rangabé, 1927, αρ. 30, 33 σ. 247, αρ. 72 σ. 250, αρ. 1 19 σ. 251-252.
16. Κονόμος, 1964, σ. 22. Κονόμος, 1988, σ. 69. Η οικογένεια Καλονά από το Ρέθυμνο εγγράφεται στη Χρυσή Βίβλο των ευγενών της Ζακύνθου το 1631.
17. Κατραμής, 1880, σ. 341· βλ. και Κονόμος, 1988, σ. 67-68 με σχετική βιβλιογραφία.
18. Βλ. σχετικά αρ. Κατ. 32, σ. 286-289, σημ. 11.
19. Δρανδάκης, 1974, σ. 37-38. Βοκοτόπουλος, 1990, σ. 104.
20. Βοκοτόπουλος, 1990, σ. 107.
Εμμανουήλ Τζάνες. Ο Άγιος Νικόλαος.
Αυγοτέμπερα σε ξύλο. 1683.
90 x 37 x 1,8 εκ.
(αριθ. δωρεάς 34)
Νανώ Χατζηδάκη, Εικόνες της Συλλογής Βελιμέζη, εκδ. Μουσείου Μπενάκη, Αθήνα 1997, αριθ. κατ. 30, σελ. 276.